Τράβηξα τη φωτογραφία πριν από δύο περίπου χρόνια
– ένα ζεστό απόβραδο. Aπ’ αυτά που μόνο η Λευκωσία έχει.
Το Θεραπευτήριο Μελαγχολίας βρίσκεται πίσω από την
αρχιεπισκοπή, φυτεμένο παράταιρα ανάμεσα στο Θεό, κάτι παλιά ξυλουργεία και τις
ξεπεσμένες πουτάνες της παλιάς πόλης. Μου διαφεύγει η οδός, αλλά πρέπει να
είναι στην Τεμπών ή στην Τρίτωνος. Λίγο παραπέρα, στην Κομνηνού, είναι ένα το
πιο αγαπημένο μου πέρασμα-αψίδα που οδηγεί στο Παγκύπριο.
Για χρόνια, τα βήματα μου με έπαιρναν σε εκείνες
τις γειτονιές. Άλλοτε ένα παρκάρισμα απελπισίας, άλλοτε μια άσκοπη βόλτα και
άλλες φορές λόγοι που δεν μπορω τώρα να θυμηθώ. Θυμάμαι όμως ότι, με το που
παίρνω τη στροφή, κι αντικρίζω την επιγραφή, εκλπήττομαι πάντα.
Αγνοώ το λόγο δημιουργίας του χώρου. Δεν είμαι καν
βέβαιος αν είναι ακόμα εκεί. Αν δεν παρασύρθηκε, δηλαδή, από το νέο trend
της δημιουργίας εστιατορίων και μπαρ
στην πόλη, που πάνε να μοιάσουν με κάτι, αλλά παραμένουν απροσδιόριστα, χωρίς
ταυτότητα, χωρίς ρίζα και μάλλον χωρίς μέλλον. Χυδαίες απολήξεις ενός wannabe
νεοπλουτισμού.
Μ’ αρέσει όμως να φτιάχνω εικασίες για το μέρος. Μόνο
που λέω να μην τις παραδώσω στην πεπερασμένη φύση του χαρτιού. Αν τύχει κάποιο
βράδυ να περάσετε απο εκεί, αποθέστε κι εσείς τη δικιά σας στη λήθη της
στιβαγμένης σκόνης.
Εκεί ανάμεσα στα εγκαταλειμένα κτήρια της
δεκαετίας του ’70, τα διατηρητέα της αρχής του 20ου αιώνα και τα
πρόστυχα λαμπιόνια ενός αναδυόμενου κόσμου, ο παλιός κόσμος παρασύρεται από το
σάρωθρο μιας κακώς νοούμενης ανανέωσης και ανάπτυξης. Στον τόπο μας, τα
εγκλήματα αισθητικής τελούνται από περίεργους τύπους που ονομάζονται developer
και τιμώνται στα εκατομμύρια των
μπάτζετ τους. Τα μικρά ποιητικά θαύματα, όμως, φτιάχνονται από ταμπέλες φτηνής
λαμαρίνας και το πολύ δύο λέξεις: «Θεραπευτήριο μελαγχολίας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου